Οι συνιστώμενες ημερήσιες τιμές για την κατανάλωση ψευδαργύρου είναι 11 mg για τους άνδρες και 8 mg για τις γυναίκες.
Οι συστάσεις είναι πολύ χαμηλότερες για τα παιδιά.
Η έστω και ήπια έλλειψη ψευδαργύρου είναι σημαντικό κλινικό πρόβλημα για τα ηλικιωμένα άτομα. Μπορεί οι μετρήσεις των επιπέδων του ψευδαργύρου να βρίσκονται στον ορό, μέσα στα φυσιολογικά πλαίσια. Παρά τούτο η βιοδιαθεσιμότητα των ενδοκυτταρικών ιόντων του ψευδαργύρου να είναι χαμηλή, πράγμα που οδηγεί σε έλλειψη ψευδαργύρου. Αυτό σημαίνει ότι η μέτρηση των επιπέδων του ψευδαργύρου στον ορό μπορεί να οδηγήσει σε παραπλανητικά συμπεράσματα. Τα ηλικιωμένα άτομα επιδεικνύουν έναν περιορισμό της ενδοκυτταρικής απορρόφησης ψευδαργύρου, σε σύγκριση με τα νέα και ενήλικα άτομα, λόγω κυτταρικής γήρανσης, η οποία ανταποκρίνεται λιγότερο προς τον ψευδάργυρο, λόγω τροποποίησης των γονιδιακών εκφράσεων μερικών μεταφορέων (πρωτεϊνών) ψευδαργύρου.
Η έλλειψη του ψευδαργύρου, που προκαλεί ανοσμία, προηγείται πολλά χρόνια πριν από την ανάπτυξη της νευροεκφύλιστικής νόσου.
Επειδή η σχέση μεταξύ των διαταραχών της γεύσης και των επιπέδων του ψευδαργύρου είναι γνωστή εδώ και πολλά χρόνια, είναι χρήσιμο σε μια γευστική διαταραχή να ελέγχονται τα επίπεδα του ψευδαργύρου με στόχο την αποκάλυψη της έλλειψης ψευδαργύρου.
Εδώ και αρκετά χρόνια χρησιμοποιείται η συμπληρωματική χορήγηση του ψευδαργύρου από το στόμα στη θεραπεία της ακμής. Έχει παρατηρηθεί από τους γιατρούς, αλλά και από τους ασθενείς με ακμή ότι ο ψευδάργυρος, όταν χορηγείται σε μικρές δόσεις μπορεί στις περισσότερες των περιπτώσεων να δράσει αποτελεσματικά. Το τελικό συμπέρασμα όλων των μελετών που έχουν γίνει σχετικά με την δράση του ψευδάργυρου στην ακμή είναι ότι στις περισσότερες δημοσιεύσεις περιγράφεται ότι ο ψευδάργυρος δημιουργεί αντιβακτηριδιακά και αντιφλεγμονώδη αποτελέσματα και ότι μπορεί να ελαττώσει την παραγωγή σμήγματος και γι’αυτό το λόγο μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς με ακμή.
Ο ακριβής μηχανισμός δράσης του ψευδαργύρου κατά της ακμής είναι ακόμη αδιευκρίνιστος.